ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα σαρκί χρώμενον → a human is a spirit furnished with flesh
το, Ν1. ζωική κόλλα, ζελατίνη2. φαρμακευτικό σκεύασμα με ζελατίνη, νερό και ζάχαρη.[ΕΤΥΜΟΛ. < πηκτός + κατάλ. -ωμα, απόδοση στην Ελληνική του γαλλ. gelee].