παγίωση

From LSJ

αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us

Source

Greek Monolingual

η (Α παγίωσις) παγιώ
πράξη ή διαδικασία με την οποία καθίσταται κάτι σταθερό, αμετάβλητο, στερέωση, σταθεροποίηση, εδραίωσηπαγίωση της ειρήνης»).