παιδικότητα

From LSJ

ἀναβάντα γὰρ εἰς τὴν ἀκρόπολιν, καὶ διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς λύπης προσκόψαντα τῷ ζῆν, ἑαυτὸν κατακρημνίσαι → for he ascended the acropolis and then, because he was disgusted with life by reason of his excessive grief, cast himself down the height

Source

Greek Monolingual

η
το χαρακτηριστικό του παιδικού, η αφέλεια, η ευπιστία και η απλοϊκότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παιδικός. Η λ. μαρτυρείται από το 1868 στον Κ. Σ. Ξανθόπουλο].