παλικινησία

From LSJ

Κἀν τοῖς ἀγροίκοις ἐστὶ παιδείας ἔρως → Doctrinae habetur ratio vel ab agrestis → Im Landmann lebt die Lust auf Bildung ebenso

Menander, Monostichoi, 308

Greek Monolingual

η
ιατρ. συνεχής επανάληψη της ίδιας κίνησης, όπως συμβαίνει στις ψυχοκινητικές κρίσεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. palikinesie (< πάλι + κίνηση)].