πατρελασία
From LSJ
Βούλου γονεῖς πρώτιστον ἐν τιμαῖς ἔχειν → Tibi sunt parentes primo honorandi loco → Erweise deinen Eltern an erster Stelle Ehr
Greek (Liddell-Scott)
πατρελασία: ἡ τοῦ Διὸς (ἡ ὑπὸ τοῦ Διὸς ἐκδίωξις τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, Κρόνου), Ἀρσέν. Κερκύρας ἐν Κερκυραῖκ. Ἀνεκδ. ἔκδ. Λ. σ. 18, 18.
Greek Monolingual
ἡ, Α
φρ. «πατρελασία ἡ τοῦ Διός» — η εκδίωξη από τον Δία του πατέρα του Κρόνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πατήρ, -τρός + ἐλασία «απέλαση, εκδίωξη»].