πεπίθοιτο

From LSJ

κρειττότερον ἐστὶν εἰδέναι ἐν μέσῃ τῇ Πόλει φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκου, ἢ καλύπτραν λατινικήν → I would rather see a Turkish turban in the midst of the City than the Latin mitre

Source

French (Bailly abrégé)

3ᵉ sg. opt. ao.2 Moy. épq. de πείθω.