πλατσομύτης

From LSJ

Ἥξει τὸ γῆρας πᾶσαν αἰτίαν φέρον → Veniet senectus omne crimen sustinens → Bald kommt das Alter, das an allem trägt die Schuld

Menander, Monostichoi, 209

Greek Monolingual

και πλατσουμύτης και πλατσουκομύτης, -ύτα, -ύτικο, Ν
βλ. πλακουτσομύτης.