ποιμαντορία
From LSJ
λύχνον μεθ᾿ ἡμέραν ἅψας περιῄει λέγων “ἄνθρωπον ζητῶ” → He lit a lamp in broad daylight and said, as he went about, “I am looking for a human”
Greek Monolingual
η, ΝΜ
η καθοδήγηση πιστών από πνευματικό ή θρησκευτικό ηγέτη, η πνευματική καθοδήγηση
νεοελλ.
το αξίωμα του αρχιερέα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποιμάν-τωρ, -τορος (< ποιμαίνω + επίθημα -τωρ) + κατάλ. -ία].