πολτοποίηση
From LSJ
ὅσα μὲν τῆς ἰδίας τρυφῆς εἵνεκα Μειδίας καὶ περιουσίας κτᾶται → all the wealth that Meidias retains for private luxury and superfluous display
η, Ν
η μετατροπή σε πολτό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολτοποιώ. Η λ., στον λόγιο τ. πολτοποίησις, μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Ακρόπολις].