ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι → it's better for a stranger to keep silence than to shout (Menander)
-ον, Μαυτός που φοράει πορφυρή στολή.[ΕΤΥΜΟΛ. < πορφύρα + -στολος (< στολή < στέλλω), πρβλ. μελανόστολος].