Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind
-α, -ο, Ν
αυτός που ανήκει στο ποτάμι ή προέρχεται από αυτό (α. «ποταμήσια άμμος» β. «ποταμήσια ψάρια»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποταμός + κατάλ. -ήσιος (πρβλ. βουνήσιος)].