πρήσω

From LSJ

Τὰ μικρὰ κέρδη ζημίας μεγάλας (μείζονας βλάβας) φέρει → Minora noxas lucra maiores ferunt → Die kleinen Ränke tragen große Strafe ein

Menander, Monostichoi, 496

Greek Monotonic

πρήσω: μέλ. του πίπρημι, καίω, και του πρήθω, φυσώ.