πικρὸν με ἀπαιτεῖς ἐνοίκιον → you ask too much of me, you demand a bitter rent from me
-άω, Ασυντρίβω κάτι προηγουμένως.[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + θλῶ, -άω «συντρίβω»].