ἐλπίδες ἐν ζωοῖσιν, ἀνέλπιστοι δὲ θανόντες → hope is for the living, while the dead despair
-έω, Απαρακαλώ, προσκαλώ, επικαλούμαι επί πλέον («ἐπὶ σὲ προσεπιπαρακαλέσω περὶ τῶν...», πάπ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + ἐπὶ + παρακαλῶ «προσκαλώ»].