Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

πυράκτωση

From LSJ

Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε θηρίον θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god

Aristotle, Politics, 1253a25

Greek Monolingual

η / πυράκτωσις, -ώσεως, ΝΜΑ [[πυρακτῶ, -όω]]
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του πυρακτώνω, η θέρμανση ενός υλικού ώσπου να γίνει διάπυρο
νεοελλ.
τεχνολ. η θέρμανση ενός υλικού ώσπου αυτό να ερυθροπυρωθεί ή να λευκοπυρωθεί σε αντιδιαστολή προς την πύρωση, δεδομένου ότι η πυράκτωση συνοδεύεται και από οπτικά φαινόμενα.