σαρκοεπιπλοκήλη

From LSJ

καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει καὶ τέκτονι τέκτων, καὶ πτωχὸς πτωχῷ φθονέει καὶ ἀοιδὸς ἀοιδῷ → and potter is ill-disposed to potter, and carpenter to carpenter, and the beggar is envious of the beggar, the singer of the singer

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σαρκοεπιπλοκήλη Medium diacritics: σαρκοεπιπλοκήλη Low diacritics: σαρκοεπιπλοκήλη Capitals: ΣΑΡΚΟΕΠΙΠΛΟΚΗΛΗ
Transliteration A: sarkoepiplokḗlē Transliteration B: sarkoepiplokēlē Transliteration C: sarkoepiplokili Beta Code: sarkoepiplokh/lh

English (LSJ)

ἡ, prob. omental hernia with tumour of the spermatic cord, Gal.14.788.

Greek Monolingual

η, ΝΑ, και σαρκεπιπλοκήλη Ν
σαρκοκήλη σε συνδυασμό με επιπλοκήλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σάρξ, σαρκός + επιπλοκήλη «μορφή κήλης»].