σκληροπρωτεΐνη
From LSJ
η, Ν συν. στον πληθ. οι σκληροπρωτεΐνες
βιολ. ινώδεις πρωτεΐνες τών κυττάρων και τών ιστών, σημαντικότερες από τις οποίες είναι τα κολλαγόνα, οι κερατίνες, η φιβροΐνη, η ελαστίνη, η ρετικουλίνη κ.α.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. scleroprotein (< σκληρός + πρωτεΐνη)].