ἡ τῶν θεῶν ὑπ' ἀνθρώπων παραγωγή → deceit of gods by humans
η, Ν1. μεγάλο θηλυκό γουρούνι, γουρούνα2. ζωολ. κοινή ονομασία είδους του ψαριού σκόρπαινα3. μτφ. α) πόρνη, γυναίκα που ζει από την πορνείαβ) συνεκδ. γυναίκα ξεπεσμένη ηθικά.[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. scrofa].