στάσιμο

From LSJ

οὐκ ἐᾷ με καθεύδειν τὸ τοῦ Μιλτιάδου τρόπαιονMiltiades' trophy does not let me sleep

Source

Greek Monolingual

το / στάσιμον, ΝΜΑ
βλ. στάσιμος.