Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut
-έω, Αμιμούμαι με τα χείλη τον ήχο του αυλού, σφυρίζω.[ΕΤΥΜΟΛ. < στόμα + -αυλῶ (< -αυλος < αὐλός), πρβλ. χοραυλῶ].