σφαιράνθεμο
From LSJ
Λόγῳ με πεῖσον, φαρμάκῳ σοφωτάτῳ → Oratione leni, medicina optima → Mit Worten überzeuge mich, der klügsten Medizin
το, Ν
βοτ. παλαιότερη ονομασία του γένους φυτών γκλομπουλάρια ή γλοβουλαρία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σφαίρα + ἄνθεμον «λουλούδι» (πρβλ. χρυσάνθεμο)].