ταυρόσκυλος

From LSJ

τῶν δ᾿ ἄλλων τῶν νοσηματικῶν ἧττον μετέχουσιν αἱ γυναῖκες → apart from this one, women are less troubled by maladies

Source

Greek Monolingual

ο, Ν
είδος μολοσσού που μοιάζει με μικρό ταύρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταύρος + σκύλος. Η λ. μαρτυρείται από το 1888 στον Στ. Ξένο και είναι απόδοση στην ελλ. του αγγλ. bull-dog].