τετράγκωνος

From LSJ

Αὐρήλιοι... πατρὶ... καὶ μητρὶ... μνήμης χάριν → The Aurelii, in memory of their father and mother (inscription from Aizonai, Phrygia)

Source

Greek Monolingual

-η, -ο, Ν
τετράγωνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + αγκωνή «γωνία» (πρβλ. και τεσσαρ-άγκωνος)].