τετράνυχος

From LSJ

Ἴση λεαίνης καὶ γυναικὸς ὠμότης → Feritas leaenae quanta, tanta et feminae → Der Löwin Wildheit ist die selbe wie der Frau

Menander, Monostichoi, 267

Greek Monolingual

ο, Ν
ζωολ. γένος μικροσκοπικών προστιγμάτων ακάρεων, τυπικός αντιπρόσωπος της οικογένειας tetranychidae.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. tetranychus < τετρα- + ὄνυξ, -υχος].