ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν στῆθι καὶ ἄμπνυε → but you, stop now and catch your breath | but do thou now stand, and get thy breath
ὁ, Μτοποτηρητής, αναπληρωτής ηγουμένου ή επισκόπου.[ΕΤΥΜΟΛ. < τόπος + -ποιός].