δυσφορέω περὶ τὰς ἀναστάσιας → feel ill on getting up
το, Νιατρ. αιμάτωμα του στερνοκλειδομαστοειδούς μυός το οποίο προκαλείται στο νεογνό από ρήξη αυτού του μυός κατά τον τοκετό.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. trachelhematome (< τράχηλος + αιμάτωμα)].