Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
-η, -ο, Ναυτός που τρέχει, δρομαίος.[ΕΤΥΜΟΛ. < τρέχω + κατάλ. -άτος (πρβλ. φευγάτος)].