τρισκότεινος
From LSJ
παραγραμμίζω τὰ τῶν θεῶν ὀνόματα → miswrite the gods' names
Greek Monolingual
-η, -ο, Ν
πάρα πολύ σκοτεινός, θεοσκότεινος («σα νυχτοφωσφόρισμα τρισκότεινου πελάγου», Παλαμ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτ. τρι- + σκοτεινός.
παραγραμμίζω τὰ τῶν θεῶν ὀνόματα → miswrite the gods' names
-η, -ο, Ν
πάρα πολύ σκοτεινός, θεοσκότεινος («σα νυχτοφωσφόρισμα τρισκότεινου πελάγου», Παλαμ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτ. τρι- + σκοτεινός.