τσαρλατάνος

From LSJ

Βουλῆς γὰρ ὀρθῆς οὐδὲν ἀσφαλέστερον → Nam tutior res nulla consilio bono → Denn nichts führt weniger irre als ein guter Rat

Menander, Monostichoi, 68

Greek Monolingual

ο, Ν
1. απατεώνας, αγύρτης
2. (για γιατρό) κομπογιανίτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. ciarlatano < ρ. ciarlare «φλυαρώ»].