Θεὸς πέφυκεν, ὅστις οὐδὲν δρᾷ κακόν → Deus est, qui nihil admisit umquam in se mali → Es ist ein göttlich Wesen, wer nichts Schlechtes tut
Adv., said to be Aeol. for τότε, An.Ox.1.64. τύτη· τὸ αὐτόθι, Hsch.
τύτε: Αἰολ. τύπος ἀντὶ τότε ἐν Κραμήρου Ὀξ. Ἀνέκδ.· τόμ. 1. σ. 64, 5: «παρὰ τοῖς Αἰολεῦσι εὑρίσκομεν τὸ μόγις, μύγις· τότε τύτε».
Α
επίρρ. (αιολ.τ.) βλ. τότε.