Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

υδροσυλλέκτης

From LSJ

Πολλοὺς ὁ καιρὸς οὐκ ὄντας ποιεῖ φίλους → Occasione amicus fit, qui non fuit → Die rechte Zeit macht manchen, der's nicht ist, zum Freund

Menander, Monostichoi, 446

Greek Monolingual

ο, Ν
τμήμα της ατμομηχανής, όπου συγκεντρώνονται τα σταγονίδια νερού τα οποία αναπτύσσονται μέσα στους ατμοκυλίνδρους ή στους ατμαγωγούς σωλήνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο)- + συλλέκτης. Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στον Σ. Κριτσελή].