Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
Α ἔγκειμαι1. σχηματίζω εσωτερικό στρώμα2. βρίσκομαι σε κατώτερο στρώμα.