υποδηλώνω

From LSJ

Ἐλεύθερον φύλαττε τὸν σαυτοῦ τρόπον → Te liberum ipse moribus praesta tuis → Die Freiheit wahre deiner eignen Lebensart

Menander, Monostichoi, 144

Greek Monolingual

ὑποδηλῶ, -όω, ΝΜΑ [[δηλῶ / -ώνω]]
δηλώνω κάτι με έμμεσο τρόπο, φανερώνω έμμεσα, υποσημαίνω
αρχ.
1. παρουσιάζω κάτι σε στενό κύκλο, δείχνω εμπιστευτικά
2. προαναγγέλλω, προειδοποιώ.