οἱ τότε ἤρχοντο εἰς τὴν νῆσον → they were then coming to the island
-ήματος, το / ὑπούργημα, ΝΑ ὑπουργῶνεοελλ.δημόσιο αξίωμα, κυρίως ανώτερη δημόσια θέσηαρχ.εξυπηρέτηση, προσφορά.