ὑπὸ δὲ οἴστρου ἀεὶ ἑλκομένη ψυχή → a soul always dragged along by the fury of passion
-ῆρος, ὁ, Απροσωνυμία του Διός.[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. φαν- του φαίνω + επίθημα -τήρ (πρβλ. θερμαντήρ)].