φαρί

From LSJ

κοιλία καὶ πολλὰ χωρεῖ κὠλίγα → Ut multa venter accipit, sic paucula → Der Bauch fasst wenig, aber ebenso auch viel

Menander, Monostichoi, 226

Greek Monolingual

το / φαρίν, ΝΜ, και φαρίον Μ
άλογο, ιδίως το κατάλληλο για ιππασία ή για πόλεμο («οι καβαλλάροι μάχουνται, και τα φαριά μουγκρίζου», Ερωτόκρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποκορ. του αραβ. faras «ίππος»].