φιλείδωλος

From LSJ

τίς δ' οἶδεν εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν, τὸ κατθανεῖν δὲ ζῆν κάτω νομίζεται → who knows if life is death, and if in the underworld death is considered life

Source

German (Pape)

[Seite 1275] Bilder liebend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

φῐλείδωλος: -ον, ὁ ἀγαπῶν τὰ εἴδωλα, Ἀθανάσ. τ. 2, σ. 269.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που αγαπά τα είδωλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)- + εἴδωλον.