χαρταποθήκη

From LSJ

τὸν καπνὸν φεύγων εἰς τὸ πῦρ ἐνέπεσεν → out of the frying pan into the fire, from the frying pan into the fire

Source

Greek Monolingual

η, Ν
αποθήκη χαρτιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χαρτί + αποθήκη. Η λ., στον λόγιο τ. του πληθ. χαρταποθῆκαι, μαρτυρείται από το 1893 στην εφημερίδα Εφημερίς].