χιλιάρικο
From LSJ
Χρηστὸς πονηροῖς οὐ τιτρώσκεται λόγοις → Non vulneratur vir bonus verbo improbo → Ein böses Wort verwundet keinen guten Mann
Greek Monolingual
το, Ν
χαρτονόμισμα χιλίων δραχμών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιασακοποιημένος τ. του ουδ. του επιθ. χιλιάρικος].