χλωροφύλλη
From LSJ
Πάντα οὖν ὅσα ἐὰν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, οὕτως καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς· οὗτος γάρ ἐστιν ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται → Therefore as many things as you would like people to do for you, do also the same for them: that is the Torah, that is the prophets! (Matthew 7:12)
Greek Monolingual
η, Ν
βοτ. η σημαντικότερη ομάδα χρωστικών που μετέχουν στη φωτοσύνθεση, με την οποία η φωτεινή ενέργεια μετατρέπεται σε χημική, και οι οποίες απαντούν στα πράσινα φυτά, στα κυανοφύκη και σε ορισμένα πρώτιστα και βακτήρια.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. chlorophylle < χλωρ(ο)- + φύλλον. Η λ. μαρτυρείται από το 1885 στον Σπ. Μηλιαράκη].