χρυσομίτρας
From LSJ
Εἰ μὴ φυλάσσεις μίκρ', ἀπολεῖς τὰ μείζονα → Maiora perdes, minima ni servaveris → Wer Kleines nicht erhält, verliert das Größre auch
French (Bailly abrégé)
dor. c. χρυσομίτρης.
Russian (Dvoretsky)
χρῡσομίτρᾱς: ᾱ adj. m дор. = χρυσομίτρης.