ψευδοδίθυρος
From LSJ
Εἰ μὲν ἐπ' ἀμφοτέροισιν, Ἔρως, ἴσα τόξα τιταίνεις, εἶ θεός (Rufinus, Greek Anthology 5.97) → If, Eros, you're stretching your bow at both equally, then you're a god.
Greek Monolingual
-ον, Α
φρ. «ψευδοδίθυροι θύρες» — διακοσμητικό στοιχείο σε οικοδομή, ψεύτικη θύρα με δύο φύλλα πάπ..
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο)- + δίθυρος.