ωβριετία

From LSJ

αὔριον ὔμμε‎ πάσας ἐγὼ λουσῶ Συβαρίτιδος ἔνδοθι λίμνας‎ → tomorrow I'll wash you one and all in Sybaris lake

Source

Greek Monolingual

η, Ν
βοτ. άλλη γραφή της ονομασίας του γένους φυτών αουβριετία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < aubrietia, διεθνής ον. του φυτού].