ωροσκοπία
From LSJ
Νέοις τὸ σιγᾶν κρεῖττόν ἐστιν τοῦ λαλεῖν → Sermone melius est iuveni silentium → Es schweigen besser, statt zu schwätzen, junge Leut'
Greek Monolingual
η / ὡροσκοπία, ΝΑ ὡροσκόπος
αστρολ. η παρατήρηση της θέσης τών πλανητών την ώρα της γέννησης ενός ατόμου και η, βάσει αυτής, πρόρρηση του μέλλοντός του.