женственный
From LSJ
Βουλὴν ἅπαντος πράγματος προλάμβανε → Nihil incohes, nisi inito consilio prius → Vor jedem Handeln fasse einen guten Plan
Russian > Greek
θηλυφανής, γυναικώδης, θηλυκός, θηλυδριώδης, θηλυγενής, θηλυπρεπής, ὕπανδρος
Βουλὴν ἅπαντος πράγματος προλάμβανε → Nihil incohes, nisi inito consilio prius → Vor jedem Handeln fasse einen guten Plan
θηλυφανής, γυναικώδης, θηλυκός, θηλυδριώδης, θηλυγενής, θηλυπρεπής, ὕπανδρος