ἕως τοῦ ἔξω τόπου περισπᾶται → be drawn away and expanded
ῥᾳστώνη, ἀνάπνευσις, ἔνδοσις, ἄνεσις, ἀνακωχή, ἀνοκωχή, ἀνάπαυμα, ἄμπαυμα, ἀνάπαυλα, λώφησις, ἀναπνοή