пропуск

From LSJ

Παθητός (ποθητός) ἐστι πᾶς τις εὐπροσήγορος → Facile alloqueris omnem, qui passu'st mala → Leicht ansprechbar ist jeder, der gelitten hat

Menander, Monostichoi, 457

Russian > Greek

παράλειψις, ἔλλειμα, παράπεμψις, δίοδος