успокаивающий
From LSJ
τῶν δ᾿ ἄλλων τῶν νοσηματικῶν ἧττον μετέχουσιν αἱ γυναῖκες → apart from this one, women are less troubled by maladies
Russian > Greek
ἤπιος, λαθικήδης, λαθικηδής, θελκτήριος, καταστατικός, κατασταλτικός, πραϋντικός, ἀκεστήρ
τῶν δ᾿ ἄλλων τῶν νοσηματικῶν ἧττον μετέχουσιν αἱ γυναῖκες → apart from this one, women are less troubled by maladies
ἤπιος, λαθικήδης, λαθικηδής, θελκτήριος, καταστατικός, κατασταλτικός, πραϋντικός, ἀκεστήρ