Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς → Tu tibi parentes alteros credas deos → Bedünke, dass dir deine Eltern Götter sind
ἀθρύπτως: просто, сурово (μεταχειρίζεσθαι τὴν δικτατωρίαν Plut.).
austeramente