ἐγὼ δ' ἀνάγκῃ προύμαθον στέργειν κακά → I have been slowly schooled by necessity to endure misery
-ές1 seco, sin agua γούνατ' ἀναρδέα σειραίνονται Euph.(?) 193f6v.G.2 provocado por la sequía λοιμός Orác. en ZPE 1.185.